ουστιλαγινώδη

ουστιλαγινώδη
(ustilaginales). Τάξη μυκήτων που ζουν παρασιτικά μέσα στους ιστούς πολλών καλλιεργημένων και αυτοφυών φυτών σε όλη τους τη βλαστική περίοδο. Δημιουργούν στα φυτά ασθένειες όπως είναι ο άνθρακας και ο δαυλίτης. Τα ο. υποδιαιρούνται σε δύο οικογένειες, τους ουστιλαγινίδες με κυριότερο γένος το ουστιλάγο και τιλλετιίδες με κυριότερο γένος την τιλλετία. Οι μύκητες αυτοί σχηματίζουν σπόρια. Η μελέτη των μυκήτων αυτών παρουσιάζει πολύ ενδιαφέρον, τόσο από επιστημονική, όσο και από πρακτική άποψη, επειδή τα παράσιτα αυτά μπορούν να καταστρέψουν ολόκληρη συγκομιδή και ιδιαίτερα στα δημητριακά. Κυρίως ζουν στο εσωτερικό των φυτών αλλά πολλές φορές ζουν και στα κλαδιά τους. Πολλαπλασιάζονται πάνω στα φύλλα, συνηθέστερα όμως μέσα στην ωοθήκη των διάφορων δημητριακών, με αποτέλεσμα να μην αναπτύσσεται ο καρπός. Τα σπόρια που σχηματίζονται, διασκορπίζονται από τον άνεμο ή από τα έντομα. Οι άνθρακες των δημητριακών μεταδίνονται με πολλούς τρόπους. Μερικοί, όπως ο άνθρακας της βρώμης και ένας του σταριού, κυριεύουν ολόκληρο το φυτό κατά τη βλάστηση. Άλλοι εμφανίζονται στο φυτό όταν είναι πια ώριμο. Όταν προσβληθούν μερικά φυτά, η ασθένεια μεταδίνεται κατά την ανθοφορία. Η καταπολέμηση του άνθρακα γίνεται με πολλούς τρόπους, ο κυριότερος από τους oποίους είναι να βρεθούν σπέρματα ανθεκτικά, που δημιουργούνται γι’ αυτό τον σκοπό. Άλλος τρόπος καταπολέμησης του άνθρακα είναι η χρησιμοποίηση φορμόλης για εμβαπτισμό των σπερμάτων σε διάλυση της με νερό. Ο ριζικότερος τρόπος είναι η καταστροφή των τμημάτων που έχουν προσβληθεί με κάψιμο.
* * *
τα
(μυκητ.) τάξη βασιδιομυκήτων που ανήκει στην κλάση τελιομύκητες, με 1.100 περίπου είδη, τα οποία είναι παράσιτα τών αγγειόσπερμων φυτών και προξενούν τις ασθένειες που είναι γνωστές με την κοινή ονομασία άνθρακας.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • ουστιλάγο — το βοτ. γένος βασιδιομυκήτων τής κλάσης τελιομύκητες και τυπικός εκπρόσωπος τής τάξης ουστιλαγινώδη, με είδη που προσβάλλουν κυρίως τα σιτηρά, προξενώντας την ασθένεια άνθρακας …   Dictionary of Greek

  • προμυκήλιο — το, Ν (μυκητ.) βλαστητικός σωλήνας που αναπτύσσεται από το τελευτοσπόριο στα ουρεδινώδη και τα ουστιλαγινώδη. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. promycelium (< προ * + μυκήλιο*)] …   Dictionary of Greek

  • ροδοσπορίδιο — το, Ν (μυκητ.) γένος βασιδιομυκήτων, τυπικός εκπρόσωπος τών λεγόμενων βασιδιομυκίτων ζυμομυκήτων, που ανήκει στην τάξη ουστιλαγινώδη …   Dictionary of Greek

  • σπορίδιο — το, Ν (μυκητ.) καθένα από τα βασιδιοσπόρια τών μυκήτων τής τάξης ουρεδινώδη και ουστιλαγινώδη. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. sporidium (< σπόρος + ίδιο)] …   Dictionary of Greek

  • σφακελοθήκη — η, Ν (μυκητ.) γένος βασιδιομυκήτων που ανήκει στην τάξη ουστιλαγινώδη τής κλάσης τελιομύκητες και περιλαμβάνει 30 περίπου είδη μυκήτων με κοσμοπολιτική κατανομή τα οποία παρασιτούν στα καλλιεργούμενα φυτά, κυρίως τών οικογενειών αγρωστώδη και… …   Dictionary of Greek

  • τελευτοσπόριο — το, Ν (μυκητ.) δικάρυο σπόριο που είναι χαρακτηριστικό τών μυκήτων οι οποίοι ανήκουν στις τάξεις ουρεδινώδη και ουστιλαγινώδη, αλλ. τελειοσπόριο. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. teleutospore (< τελευτή + σπόρος)] …   Dictionary of Greek

  • τελιομύκητες — οι, Ν (μυκητ.) κλάση βασιδιομυκήτων που περιλαμβάνει τους μύκητες εκείνους στους οποίους αναπτύσσεται αντί για βασίδιο μια μάζα σπορίων από την οποία αναπτύσσονται τελευτοσπόρια που λειτουργούν ως προβασίδια, κλάση που περιλαμβάνει τις τάξεις… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”